Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

΄΄Βγερού γλυκά φανού΄΄ του Γιώργου Χατζόπουλου

Βγερού" φωνάζουνε τη "Βέρα" στη Χίο. Στα λατινικά "Βέρα" σημαίνει "αληθινή" και στα ρώσικα ("Вера") πιστή.

Η ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ ΧΙΟΥ

Από 1 Απριλίου του 1822 μέχρι τα τέλη Αυγούστου, μέσα σε πέντε μήνες, υπολογίζεται ότι από τους 117.000 κατοίκους που είχε πληθυσμό το νησί, οι 42.000 σφαγιάστηκαν, οι 10.000 από αυτούς στο Κάβο Μελανιός, περίπου 50.000 πιάστηκαν αιχμάλωτοι και 23.000 διέφυγαν προς τις επαναστατημένες περιοχές της Ελλάδας και τη Δυτική Ευρώπη.

Φραγκομίχαλος Κώστας, Oι σφαγές της Xίου του 1822: Ποιος ο ακριβής αριθμός των θυμάτων τους; Άλφα Πι, 2009


Απόσπασμα 1 από τη νουβέλα. Η Βγερού

«Δεν ξέρω αν είναι ρωμιά, τουρκάλα ή φράγκισσα, -άσε που δεν ξέρω και πού αρχίζει το ένα και πού τελειώνει το άλλο,- όμως είναι αυτή που είδε σάρκες και ρούχα να γίνονται ένα, το αίμα να τρέχει ποτάμι ανάμεσα στα πόδια των κοριτσιών, είναι αυτή που είδε στήθη γυναικών κομμένα φέτες, μυαλά χυμένα στους ώμους σαν από μια παραγεμισμένη κούπα, βρέφη κομματιασμένα να κείτονται πεταμένα στα βράχια.

Είναι αυτή που είδε τη Μεγάλη Σφαγή, αυτή που έζησε το γιουρούσι, το πελέκι, που μεγάλωσε με κλάματα, με θρήνους και με μοιρολόγια. 


Είναι αυτή που άκουσε το σμίξιμο των σπαθιών με τη σάρκα, τις φωνές των μανάδων που βλέπανε τις κόρες τους να βιάζονται, το τρίξιμο των δοντιών και τις τουφεκιές να σφυροκοπάνε στον αγέρα. Είναι αυτή που κανένας ήχος της φύσης πλέον δεν της φαίνεται γλυκός, κανένα κελάηδημα αηδονιού το ξημέρωμα δεν την χαροποιεί, γιατί στα αυτιά της ηχούν ακόμα οι κραυγές και τα ουρλιαχτά.
 Αν και βρήκε τη δύναμη ν’ αγαπήσει και ν’ αγαπηθεί, να κάμει πέντε παιδιά, να τα μεγαλώσει και να τα θεριέψει, πάντοτε ο ύπνος της σαν το θάνατο ήταν πικρός και τα όνειρά της πάντα θα τα στοιχειώνουν οι εκατοντάδες, οι χιλιάδες νεκροί που χάθηκαν μέσα σε λίγες μέρες και μαζί τους χάθηκαν τα ονόματά τους και οι μνήμες τους, χάθηκαν κι οι απόγονοί τους που θα τους μνημόνευαν.

 Χιλιάδες κρανία σαπίζουν στα δάση και στα χωράφια, ανάμεσά τους των γονιών της και των αδερφών της, των συγγενών και των φίλων της, των συγχωριανών της, ανθρώπων που γνώρισε κι έζησε μαζί τους και χάθηκαν. Ωστόσο, ποτέ δεν είπε: «Καταραμένη η φυλή που έκανε τις σφαγές. Καταραμένη η γενιά που τους αφάνισε!» Όμως λέει ασυγχώρητοι όσοι βάδισαν στο μονοπάτι της παλιανθρωπιάς. 

Κι ας είναι Γιουρούκοι, Ζεϊμπέκοι, Αρναούτηδες, Τούρκοι ή Έλληνες, Οβραίοι ή Φράγκοι. Ασυγχώρητοι όσοι στο όνομα του Θεού ή του χρήματος, της απληστίας ή της εκδίκησης, βρωμίζουν τη ζωή με τις πράξεις τους. Κάτω από τα δάκρυά της μίσος δε θα βρείτε. Δεν ζητάει εκδίκηση. Μνήμη ζητάει! Μνήμη πικρή σαν πικραμύγδαλο. Να την εβάζεις κάθε πρωί στο στόμα, για να θυμάσαι πόσο γλυκιά κι όμορφη είναι η ζωή. Όχι μόνο για μας τους Χιώτες, για όλη την ανθρωπότη! Και με τούτη τη μνήμη να τη ξαναφτιάξεις από την αρχή. Αυτή είναι!»

Απόσπασμα 2 από τη νουβέλα. Η Αγγελική

«Χρόνια μετά, λίγο πριν μπούμε στη νέα χιλιετία, λίγο πριν το τέλος του εικοστού αιώνα, εμείς που πάντα ξεχειλίζαμε από ζωντάνια, που ο θάνατος δεν ήταν παρά ένα κακόγουστο αστείο, που πάντα αφορούσε τους άλλους και ποτέ εμάς, που η απογοήτευση, ο θυμός και το μίσος ποτέ δεν μας είχαν κυριεύσει, αρχίσαμε να νιώθουμε απελπισμένοι, απογοητευμένοι, φοβισμένοι... Σιγά σιγά, όλα όσα μέχρι τότε νοηματοδοτούσαν τη ζωή μας σκόρπισαν, όπως ο άνεμος τις στάχτες μιας φωτιάς που σιγοσβήνει. 

Ζούσαμε σ’ έναν κόσμο που τίποτα δεν είχε σημασία κι ούτε θα ξαναποκτούσε. Ό,τι κι αν συνέβαινε γύρω μας, ήταν σαν κάτι που ήδη είχε συμβεί, σαν κάτι που έμοιαζε με ανάμνηση κι εμείς απλά το παρακολουθούσαμε σαν σε όνειρο, δίχως να μας αγγίζει, δίχως να μας αφορά.»

Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ

Γεννήθηκε το 1964 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Παιδαγωγικά στο ΠΤΜ, Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Συγκριτική Λογοτεχνία σε μεταπτυχιακό επίπεδο στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ Εργάζεται ως δάσκαλος στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Θεατρικά έργα του: «Μοργκεντάου» (2003), ανέβηκε στην Πειραματική Σκηνή της Τέχνης στο Θέατρο Αμαλία το 2007 σε σκηνοθεσία Χριστίνας Χατζηβασιλείου, «Πλατεία Εμπορίου ή πόσο καλό είναι το φως» (2004), «Νι Πι ο τελευταίος Πειρατής του Αιγαίου και το νερό της ζωής» (2013), «Βγερού Γλυκά Φανού» (2014)




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου